Ψυχοκοινωνικές Ανάγκες κατά την παιδική ηλικία

           Κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας αναπτύσσεται η ανάγκη ασφάλειας, που θα επιτρέψει στο παιδί να νιώσει εμπιστοσύνη απέναντι στο περιβάλλον του, να προάγει την αυτοπεποίθησή του και να εξελίξει την προσωπικότητά του, επιτυγχάνοντας ομαλή προσαρμογή στο κοινωνικό του πλαίσιο.

           Στην παιδική ηλικία στοχεύεται το επίτευγμα επειδή υπάρχει η ψυχολογική ανάγκη του παιδιού για ανεξαρτησία. Δεδομένου ότι το παιδί επιδιώκει την εξερεύνιση, την αναζήτηση και τη διεύρυνση των γνώσεών του, χρειάζεται να έχει επιτεύγματα, τα οποία του δημιουργούν συναισθήματα ικανοποίησης, ενώ προκαλούν την αποδοχή του παιδιού από το περιβάλλον του.

           Η ανάπτυξη του παιδιού, η ψυχική του υγεία, η συναισθηματική κατάσταση που διαμορφώνει, οι κοινωνικές του αντιδράσεις και η ανάπτυξη των κοινωνικών του δεξιοτήτων βασίζονται στην έκφραση της αγάπης από τους γονείς του, την οποία χρειάζεται. Είναι σημαντική η έκφραση της αποδοχής της διαφορετικότητας του παιδιού και επίσης αναγκαία η αναγνώριση της προσωπικής αξίας του παιδιού από τους άλλους, η οποία θα προάγει την αυτοεκτίμησή του. 

           Τα παιδιά επιζητούν τη δημιουργία κοινωνικών σχέσεων και την κοινωνική αλληλεπίδραση, καθώς και την απόκτηση της αποδοχής από τους άλλους. Αυτές οι συνθήκες θα οδηγήσουν στη δημιουργία θετικής αυτοεικόνας και στην ανάπτυξη της αυτοεκτίμησης των παιδιών. 

Ψυχολογικές και Κοινωνικές Ανάγκες του Παιδιού

Ασφάλεια - Ανεξαρτησία - Αγάπη - Αποδοχή - Αναγνώριση  Επίτευγμα -  Κοινωνικές σχέσεις

Η παιδαγωγική αξία του Παιχνιδιού

           Η συνολική ανάπτυξη των παιδιών, σε βιοσωματικό, γνωστικό, και ψυχοκοινωνικό επίπεδο καθορίζεται από τη δραστηριότητα του παιχνιδιού. Το παιδί έχει την ανάγκη να παίξει και θα πρέπει να ενθαρρύνεται προς αυτή την εμπειρία. 

           Κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού υπάρχει ελευθερία στο παιδί, σωματική δραστηριότητα και η ανάπτυξη ευχάριστων συναισθημάτων. Παράλληλα, με το παιχνίδι προάγεται η νόηση  και καλλιεργείται η φαντασία του παιδιού, ενώ διασφαλίζεται η ψυχική του ισορροπία. Το παιχνίδι συμβάλλει άλλωστε στη διαμόρφωση της κοινωνικής συμπεριφοράς του παιδιού και ευνοεί τη δημιουργία ηθικής νόησης

           Η εμπειρία του παιχνιδιού είναι εμπειρία μάθησης και επιτρέπει την απόκτηση γνωστικών ικανοτήτων μέσα από εποικοδομητικές και ευχάριστες δράσεις. Δεδομένου ότι το παιχνίδι προάγει τη νοητική ανάπτυξη του παιδιού θα πρέπει να επιλέγεται από τους γονείς, στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων που αποσκοπούν στην ενίσχυση της γνωστικής ανάπτυξης.

           Στην περίπτωση του "φαντασιακού παιχνιδιού", το παιδί θα πρέπει να πραγματοποιήσει γνωστική επεξεργασία ενός ευρύτερου θέματος, ανακαλύπτοντας νέες ιδέες. Έτσι, βιώνει το παιχνίδι ενεργοποιώντας τη φαντασία του και χρησιμοποιώντας τη δημιουργικότητά του. 

           Στο ομαδικό παιχνίδι διαμορφώνονται οι συνθήκες που ευνοούν την κοινωνικοποίηση του παιδιού, το οποίο υπακούει σε συγκεκριμένους κανόνες και επιδιώκει ένα στόχο, στο πλαίσιο μιας ευχάριστης ωστόσο εμπειρίας. Κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού διαπιστώνουμε μια αναπαράσταση και μίμηση καταστάσεων από την πλευρά του παιδιού. Το παιχνίδι καθιστά εφικτή τη δραστηριότητα του παιδιού σε συνθήκες κυρίως νοητικές, κι όχι ρεαλιστικές, καθώς και τη ρύθμιση της συμπεριφοράς του, σύμφωνα με τις εντυπώσεις του για τις καταστάσεις όπου ενεργεί.

 

Συγγραφέας άρθρου: Σουσουγένη Ευαγγελία, ψυχολόγος, MSc.

Γνωρίσματα του παιχνιδιού

Φαντασιακή κατάσταση - Κανόνες - Απελευθέρωση από περιορισμούς των καταστάσεων

Η Συναισθηματική Ανάπτυξη των Παιδιών

           Τόσο η ψυχική όσο και η κοινωνική ανάπτυξη των παιδιών, καθώς και η διαμόρφωση της προσωπικότητάς τους καθορίζονται σημαντικά από τα συναισθήματα που βιώνονται. Οι συναισθηματικές διεργασίες έχουν μεγάλη σύνδεση με τις γνωστικές και η πορεία της ανάπτυξης των συναισθημάτων είναι παράλληλη με την πορεία της γνωστικής ανάπτυξης των παιδιών.

           Διαπιστώνεται η ύπαρξη διαφοροποιήσεων ανάμεσα στα παιδιά όσον αφορά τη συναισθηματική ανάπτυξη. Οι διαφορές αυτές οφείλονται αφενός στη διαφορετική κατάσταση της υγείας των παιδιών, και αφετέρου στα διαφορετικά πλαίσια ανάπτυξης των παιδιών, που σαφώς επηρεάζουν, πέρα από ιδιοσυγκρασιακούς παράγοντες των παιδιών. 

           Κατά τη διάρκεια της βρεφικής ηλικίας παρουσιάζονται εκδηλώσεις θυμού, απέναντι σε αρκετές καταστάσεις. Αργότερα, κατά την παιδική ηλικία, η ύπαρξη αρκετών ματαιώσεων, όπως στην περίπτωση της αποτυχίας, μπορεί να οδηγήσει στην εκδήλωση επιθετικών αντιδράσεων απέναντι στους άλλους. Η εμφάνιση θυμού είναι μάλιστα συχνότερη κατά τη μέση παιδική ηλικία, στην οποία τα παιδιά στοχεύουν σε ανεξαρτησία και βιώνουν συχνά τη ματαίωση.

           Ο φόβος παρουσιάζεται ήδη κατά τη βρεφική ηλικία, σε περιπτώσεις νέων, διαφορετικών και μη αναμενόμενων καταστάσεων. Στην πρώτη παιδική ηλικία οι φόβοι του μικρού παιδιού αυξάνονται, καθώς υπάρχουν η μάθηση, τα διάφορα βιώματα και η ικανότητα αντίληψης του κινδύνου. Αργότερα, το παιδί θα έχει λιγότερους φόβους. Στη διάρκεια της μέσης παιδικής ηλικίας, τις περισσότερες φορές, απουσιάζει ο φόβος που σχετίζεται με κοινωνικές περιστάσεις.

           Το ευχάριστο συναίσθημα της χαράς παρουσιάζεται από τη βρεφική ηλικία, και εκδηλώνεται με το χαμόγελο και το γέλιο του βρέφους. Η ανάπτυξη ευχάριστων συναισθημάτων κατά τη νηπιακή ηλικία απορρέει από τα βιώματα επιτυχίας στα διάφορα εγχειρήματα του μικρού παιδιού, που επίσης χαίρεται όταν οι γύρω του εκφράζουν θετική αντίδραση προς αυτό. Καταστάσεις που συνδέονται με το συναίσθημα της χαράς στα παιδιά είναι το παιχνίδι, η υπέρβαση κανόνων, τα αστεία και οι απρόσμενοι θόρυβοι. 

           Εκτός από το ευχάριστο συναίσθημα της χαράς, κατά την παιδική ηλικία εμφανίζεται επίσης η δυσάρεστη συναισθηματική κατάσταση της λύπης, που αναπτύσσεται σε διάφορες περιστάσεις, συχνά μάλιστα μονάχα σε συγκεκριμένες καταστάσεις. Κατά τη διάρκεια της μέσης παιδικής ηλικίας το συναίσθημα της λύπης οφείλεται στην αποτυχία του παιδιού στο σχολείο, η οποία συνοδεύεται από τη δυσμενή αντίδραση των γονέων. Η σχολική ζωή μπορεί να προκαλέσει την εμφάνιση έντονων συναισθημάτων στο παιδί και σε πολλές περιπτώσεις δημιουργεί άγχος, ανησυχία και δυσάρεστα συναισθήματα.

           Η έκφραση ζηλοτυπίας, σε συνάφεια μάλιστα με πρόσωπα του περιβάλλοντος του παιδιού, παρουσιάζεται κατά τη νηπιακή ηλικία, ενώ αργότερα, στη μέση παιδική ηλικία το συναίσθημα αυτό εκφράζεται απέναντι στα αδέρφια του παιδιού. Η ζηλοτυπία είναι δυνατό να μεταβιβάζεται σε άλλα παιδιά και εκδηλώνεται με άμεσο είτε έμμεσο τρόπο από το παιδί.

           Το συναίσθημα της αγάπης διαπιστώνεται στις αντιδράσεις στοργής των βρεφών απέναντι στα άτομα που τα φροντίζουν. Στην πρώτη παιδική ηλικία τα μικρά παιδιά συνδέονται με τα πιο κοντινά τους άτομα και αφοσιώνονται σε αυτά. Οι εκδηλώσεις αγάπης και στοργής, σε αυτή την ηλικία, απευθύνονται και στα ζώα, καθώς και σε αντικείμενα. Το συναίσθημα της αγάπης, κατά τη μέση παιδική ηλικία, εκδηλώνεται με έμμεσο τρόπο και πιο διακριτικά.

           Κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης μεταβάλλονται, αφενός οι συναισθηματικές εμπειρίες και αντιδράσεις του παιδιού, αφετέρου οι περιστάσεις που προκαλούν την εμφάνιση των διαφόρων συναισθημάτων. Οι συναισθηματικές εμπειρίες καθορίζονται από ιδιοσυγκρασιακούς παράγοντες, διαφορετικούς ανάμεσα στα άτομα, καθώς και από τις επίσης διαφορετικές επιρροές του εκάτοτε περιβάλλοντος. Τα συναισθήματα αποτελούν ψυχικές καταστάσεις, που διαμορφώνονται μέσα από την αλληλεπίδραση ανάμεσα στο άτομο και το περιβάλλον του. 

 

Συγγραφέας άρθρου: Σουσουγένη Ευαγγελία, ψυχολόγος, Msc.

 

 

 

Η κατανόηση των συναισθημάτων άλλων ατόμων

           Η ικανότητα κατανόησης των συναισθημάτων, που βιώνονται από άλλα άτομα, έχει ακρίβεια για πρώτη φορά κατά τη νηπιακή ηλικία. Στη βρεφική ηλικία υπάρχει καθοδήγηση όσον αφορά τις συναισθηματικές αντιδράσεις του βρέφους μέσα από τις εκφράσεις του προσώπου της μητέρας, ήδη κατά τον 6ο-7ο μήνα. Στην ηλικία των 2 ετών είναι εφικτή η αντιστοίχιση των συναισθημάτων κάποιου με τις συμπεριφορές από τις οποίες τα συναισθήματα αυτά ενεργοποιήθηκαν. 

           Κατά τη διάρκεια της βρεφικής ηλικίας απουσιάζει η εκδήλωση των κοινωνικά πρόσφορων συναισθηματικών αντιδράσεων. Η διασφάλιση της συστηματικής ενδυνάμωσης συναισθηματικών αντιδράσεων που λειτουργούν εποικοδομητικά -από την πλευρά των γονέων - θα οδηγήσει σε βαθμιαία ανάπτυξη της ικανότητας του παιδιού  για συναισθηματικές αντιδράσεις κοινωνικά αποδεκτές. Στην πρώτη παιδική ηλικία αναπτύσσεται η δυνατότητα κατανόησης των συναισθηματικών καταστάσεων άλλων ατόμων καθώς το παιδί μεγαλώνει, ενώ συγχρόνως επιτυγχάνει την κατάλληλη έκφραση των συναισθημάτων του. Κατά την περίοδο αυτή, η εμφάνιση των ικανοτήτων κατανόησης, ρύθμισης και κατάλληλης έκφρασης των συναισθημάτων που βιώνει το ίδιο το νήπιο, και η δυνατότητα συμμετοχής σε συναισθηματικές καταστάσεις άλλων ατόμων, προάγουν την κοινωνική ζωή του μικρού παιδιού.

           Κατά την πορεία της ανάπτυξης περιορίζεται η έκφραση έντονων συναισθηματικών αντιδράσεων και επιτυγχάνεται ο έλεγχος, σε κάποιο βαθμό, των συναισθηματικών εκφράσεων του παιδιού. Δεδομένου ότι επιδιώκεται η αποδοχή από τα άλλα άτομα, κατά τη μέση παιδική ηλικία, η συναισθηματική έκφραση του παιδιού σχολικής ηλικίας γίνεται περισσότερο κατάλληλη κοινωνικά.

 

Η ανάπτυξη της Προσωπικότητας του Παιδιού

           Η διαμόρφωση των αρχικών γνωρισμάτων της προσωπικότητας του παιδιού παρατηρείται κατά τη νηπιακή ηλικία. Στην περίοδο της σχολικής ηλικίας έχει επιτευχθεί η δημιουργία του τύπου της προσωπικότητας του παιδιού. Η βασική δομή της προσωπικότητας του παιδιού δεν είναι σταθερή ακόμα κατά τη νηπιακή ηλικία, ενώ αργότερα παρουσιάζεται σταθερότητα στα γνωρίσματα της προσωπικότητας, τα οποία πλέον αλλάζουν δύσκολα. 

           Στη νηπιακή ηλικία η δημιουργία της αυτο-αντίληψης βασίζεται στις αντιλήψεις και αντιδράσεις των γονέων απέναντι στο μικρό παιδί. Το εγώ του παιδιού διαχωρίζεται από το εγώ των άλλων πριν την ηλικία των 4, διαπιστώνεται άλλωστε η εμφάνιση εγωκεντρικής συμπεριφοράς. 

           Στην περίοδο της μέσης παιδικής ηλικίας το παιδί λαμβάνει και ερμηνεύει τις κριτικές των εκπαιδευτικών και των άλλων παιδιών της ίδιας ηλικίας για το ίδιο, συνθέτοντας πιο ολοκληρωμένα και συνολικά την αυτο-αντίληψή του. Κατά το τέλος της μέσης παιδικής ηλικίας σχηματίζεται η έννοια του "ιδανικού εαυτού", που βασίζεται πρώτα στα πρότυπα των γονέων, και κατόπιν άλλων ατόμων, που δεν είναι άμεσα γνωστά στο παιδί. Στη διαμόρφωση της αυτο-αντίληψης, κατά την περίοδο της μέσης παιδικής ηλικίας, επιδρά σημαντικά η σωματική κατάσταση του παιδιού και το κατά πόσο επιτρέπει την ανάπτυξη αισθήματος επάρκειας στο παιδί.

           Θεμελιώδες στοιχείο, που προάγει την κοινωνική ανάπτυξη στην παιδική ηλικία, είναι η αυτοπεποίθηση. Η ανάπτυξη της αυτοπεποίθησης στο παιδί συμβάλλει στη σύναψη σταθερών διαπροσωπικών σχέσεων. Η ανάπτυξη της προσωπικότητας προάγεται στην περίπτωση της εκδήλωσης της αποδοχής του παιδιού από τα παιδιά της ίδιας ηλικίας.  

           Κατά την περίοδο της μέσης παιδικής ηλικίας, στη διαμόρφωση της προσωπικότητας επιδρά σε μεγάλο βαθμό η ανάπτυξη των διαπροσωπικών σχέσεων μέσα στην οικογένεια. Σημαντικές παράμετροι στη δημιουργία της προσωπικότητας του παιδιού είναι η συμπεριφορά των γονέων του προς αυτό και η ανάπτυξη συναισθημάτων του παιδιού όσον αφορά την οικογένειά του. Στην ανάπτυξη της προσωπικότητας εμπλέκεται επίσης το κοινωνικο-οικονομικό επίπεδο της οικογένειας, το οποίο όταν είναι μάλιστα χαμηλό, τροφοδοτεί το αίσθημα ανεπάρκειας στο παιδί σε σύγκριση με τα άλλα παιδιά.

           Η απόκτηση κοινωνικής αποδοχής και καταξίωσης δυσχεραίνεται σημαντικά στην περίπτωση εμφάνισης ασθενειών στο παιδί, ενισχύοντας τα αισθήματα αγωνίας και φόβου. Οι συμπεριφορές των παιδιών που βρίσκονται στην ίδια ηλικία απεικονίζουν το ενδεχόμενο έλλειμμα σε παιδιά που μειονεκτούν όσον αφορά τις νοητικές ικανότητες. Σε αυτές τις περιπτώσεις η ανάπτυξη της προσωπικότητας δυσχεραίνεται από την αντίληψη της μειονεξίας του από το παιδί και την εκδήλωση φοβίας, απόσυρσης είτε επιθετικής συμπεριφοράς. 

 

 

 

Συγγραφέας άρθρου: Σουσουγένη Ευαγγελία, ψυχολόγος, MSc.

 

 

 

Η αυτοεικόνα

Διαμορφώνεται από την εκδήλωση συμπεριφορών ατόμων του περιβάλλοντος του παιδιού προς αυτό και από τον τρόπο ερμηνείας που δίνει το παιδί σε αυτές τις συμπεριφορές

Η προγεννητική περίοδος της ανάπτυξης

           Έχει αναγνωριστεί η μεγάλη σημασία της προγεννητικής περιόδου για την ανάπτυξη του παιδιού, καθότι στο πλαίσιο της περιόδου αυτής συντελλούνται αναπτυξιακές αλλαγές ανάλογα με τα διάφορα στάδια της κύησης, από τις οποίες απεικονίζεται η σωματική και ψυχολογική ανάπτυξη του εμβρύου. Την πρώτη μέρα της σύλληψης γίνεται ο πολλαπλασιασμός του πρώτου κυττάρου, ενώ τα κύτταρα πρόκειται να διαφοροποιηθούν ήδη κατά την 3η εβδομάδα. Κατά την ολοκλήρωση του διαστήματος του 2ου μήνα της εγκυμοσύνης έχει πραγματοποιηθεί ο σχηματισμός των περισσότερων εσωτερικών οργάνων του εμβρύου.

           Στον 3ο μήνα της κύησης διαφοροποιείται το φύλο του εμβρύου, το οποίο εμφανίζει αντιδράσεις σε εξωτερικά ερεθίσματα αφής και επιπλέον κινείται. Η πραγματοποίηση αντανακλαστικών κινήσεων παρουσιάζεται περισσότερο κατά τον 4ο μήνα, οι δε κινήσεις γίνονται σταδιακά περισσότερο σύνθετες, και γίνονται αντιληπτές από την έγκυο, κυρίως κατά τον 5ο μήνα της κύησης. Κατά τη διάρκεια του 5ου μήνα της προγεννητικής περιόδου το έμβρυο μεγαλώνει πολύ, απαιτείται ωστόσο κι άλλο διάστημα αναπτυξιακών διαφοροποιήσεων προκειμένου για την επιβίωση.

           Κατά τον 6ο μήνα το έμβρυο ανοίγει τα βλέφαρά του και ήδη έχει διαμορφώσει επαρκώς τα μάτια του. Στο στάδιο αυτό το έμβρυο πλέον ανταποκρίνεται σε εξωτερικούς ήχους.  

           Κατά τον 7ο μήνα της κύησης έχει ολοκληρωθεί ικανοποιητικά η ανάπτυξη των ημισφαιρίων του εγκεφάλου, του νευρικού συστήματος, καθώς και του κυκλοφορικού συστήματος του εμβρύου. Στην περίοδο αυτή παρουσιάζεται το ενδεχόμενο διατήρησης του εμβρύου στη ζωή, εάν υπάρξει πρόωρος τοκετός, διασφαλίζοντας ασφαλώς ένα προστατευτικό από μικρόβια περιβάλλον για το έμβρυο. Στον 9ο μήνα της κύησης ολοκληρώνεται η κύηση.

           Κατά τη διάρκεια της προγεννητικής ανάπτυξης συντελλούνται αλλαγές σε βιολογικό επίπεδο, ενώ συγχρόνως παρατηρούνται οι χαρακτηριστικές για κάθε έμβρυο αντιδράσεις σε ψυχοκοινωνικό επίπεδο. Οι χημικές μεταβολές στον οργανισμό της εγκύου επιδρούν στο έμβρυο. Ψυχικές καταστάσεις όπως η λύπη, η ύπαρξη έντονου φόβου, ο διαρκής θυμός και οι μεγάλες συγκινήσεις της εγκύου, καθώς και το έντονο στρες επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό το έμβρυο, η υγεία του οποίου επηρεάζεται άλλωστε από τη διατροφή της μητέρας. Η ψυχική κατάσταση, στην οποία βρίσκεται η έγκυος, μπορεί να οδηγήσει, σε κάποιες περιπτώσεις, σε ενίσχυση της κινητικής δραστηριότητας του εμβρύου. Προκειμένου για τη διασφάλιση της θετικής επίδρασης στο έμβρυο, η ψυχοσωματική υγεία της μητέρας, με την οποία το έμβρυο έχει σύνδεση εξάρτησης, κρίνεται ιδιαιτέρως σημαντική.

 

 

Συγγραφέας άρθρου: Σουσουγένη Ευαγγελία, ψυχολόγος, MSc.

 

 

 

 

Η Γνωστική Ανάπτυξη στη νηπιακή ηλικία

           Ο σχηματισμός εννοιών και η δημιουργία ταξινόμησης επιτυγχάνονται στα παιδιά προσχολικής ηλικίας, μετά την ηλικία των 3 χρόνων. Κατά τη διάρκεια της προσχολικής ηλικίας διαπιστώνεται η ικανότητα αντίληψης του χώρου, αντίληψης της διάστασης του βάθους, καθώς και συνόλων μορφών. Επιλέον, υπάρχει η ικανότητα της αναγνώρισης προσώπων και της πραγματοποίησης συγκρίσεων ανάμεσα σε πράγματα

          Ήδη από την ηλικία των 3 ετών επιτυγχάνεται ο διαχωρισμός ανάμεσα στο φανταστικό και το πραγματικό, που προηγουμένως δεν ήταν εφικτό να διακριθούν μεταξύ τους. Με την πάροδο του χρόνου, παρατηρείται η σύνδεση της φαντασίας του μικρού παιδιού με το συγκεκριμένο. 

           Κατά την προσχολική ηλικία, συγχρόνως με τον σπουδαίο ρόλο της λειτουργίας της φαντασίας του νηπίου, παρουσιάζεται ανάπτυξη της λειτουργίας της μνήμης. Το μικρό παιδί επιτυγχάνει, τόσο τη συγκράτηση, όσο και την αναπαραγωγή πληροφοριών του περιβάλλοντός του, και μπορεί να συλλέγει γνώσεις, καθώς και να μαθαίνει συστηματικά. Σε αυτή την περίοδο πάντως, λόγω του εγωκεντρισμού και των μη επαρκών δομών ταξινόμησης, η γνωστική λειτουργία της μνήμης δεν έχει σταθερότητα, η οποία επιτυγχάνεται αργότερα στη σχολική ηλικία, όπου το παιδί είναι περισσότερο αντικειμενικό κι έχει περισσότερα γνωστικά επιτεύγματα. 

           Κατά τη νηπιακή ηλικία παρατηρείται σε μεγάλο βαθμό η τάση για μάθηση και ανακάλυψη του περιβάλλοντος του μικρού παιδιού, που κάνει συχνά ερωτήσεις. Τα ερωτήματα του παιδιού πρόκειται να συνεχιστούν και αργότερα, κατά τη σχολική ηλικία, όπου το περιβάλλον του παιδιού έχει εξερευνηθεί και υπάρχουν γνώσεις αναφορικά με αυτό. Το νήπιο δεν παρουσιάζει επαρκή ανάπτυξη της κριτικής ικανότητας ούτε της δημιουργικής σκέψης. Αργότερα, στη σχολική ηλικία, η επιδίωξη κατανόησης του περιβάλλοντος του παιδιού είναι ανεπτυγμένη, ενώ συγχρόνως παρουσιάζεται κριτική στάση, περισσότερο συστηματική προσοχή και μεγαλύτερη αντικειμενικότητα. 

          Διαπιστώνεται η ύπαρξη σύνδεσης ανάμεσα στη γνωστική και τη γλωσσική ανάπτυξη του παιδιού, και μάλιστα η πορεία της γνωστικής ανάπτυξης ευνοείται σημαντικά από την ανάπτυξη της γλώσσας, η οποία προάγει τη λειτουργία της μνήμης, στο πλαίσιο των μαθησιακών διεργασιών. Κατά τη νηπιακή ηλικία το παιδί διαμορφώνει τη γλωσσική του έκφραση και αναπτύσσει γλωσσικές ικανότητες, τις οποίες θα εξελίξει μεγαλώνοντας. Χρησιμοποιεί τη γλώσσα ως μέσο επικοινωνίας, αναπτύσσοντας κοινωνικές σχέσεις, κι έτσι ενισχύει την κοινωνική του ανάπτυξη. Η σταθεροποίηση των γλωσσικών ικανοτήτων, που έχει αποκτήσει το μικρό παιδί, παρουσιάζεται κατά το τέλος της νηπιακής ηλικίας. 

 

Συγγραφέας άρθρου: Σουσουγένη Ευαγγελία, ψυχολόγος, MSc.

 

Η σημασία της γονεϊκής αποδοχής

           Στην ενίσχυση της γνωστικής, της συναισθηματικής και της ψυχοκοινωνικής ανάπτυξης του παιδιού συμβάλλει σημαντικά η θετική σχέση του γονέα με το παιδί, διασφαλίζοντας έτσι ένα ευνοϊκό και εποικοδομητικό αναπτυξιακό πλαίσιο για το παιδί. Σημαντικό στοιχείο της θετικής διαπροσωπικής σχέσης μεταξύ γονέα και παιδιού αποτελεί η έκφραση της γονεϊκής αποδοχής.

           Η αποδοχή του γονέα προς το παιδί μπορεί να εκφραστεί λεκτικά από την πλευρά του γονέα, προάγοντας με αυτό τον τρόπο τη σύνδεση με το παιδί και επιτυγχάνοντας θετική επιρροή στο παιδί. Υπάρχουν ωστόσο και μη λεκτικοί τρόποι έκφρασης της αποδοχής μας προς το παιδί. Στις περιπτώσεις όπου δεν ασκούμε έλεγχο στο παιδί και δεν εμπλεκόμαστε στην καθημερινότητά του, του επικοινωνούμε την αποδοχή μας. Το ίδιο όταν ακούμε το παιδί, επιτρέποντάς του έτσι να εξωτερικεύσει τα συναισθήματά του και τον τρόπο με τον οποίο βιώνει καταστάσεις.   

           Σε αντίθεση με τη διαπαιδαγώγηση μέσα από την έκφραση της αποδοχής προς το παιδί διαπιστώνεται η διαπαιδαγώγηση μέσω της απόρριψης του παιδιού από το γονέα. Στην περίπτωση αυτή δυσχεραίνεται η έκφραση θετικών συναισθημάτων προς το παιδί, είναι μειωμένη η επιβράβευση του παιδιού, και γίνεται εστίαση στις αποτυχίες του παιδιού, το οποίο δέχεται αρνητικές και επιθετικές συμπεριφορές. Η επικοινωνία της απόρριψης προς το παιδί αναπτύσσει σε αυτό αντίστοιχα αρνητικά συναισθήματα, μειώνει την αυτοεκτίμησή του, και δυσχεραίνει την ομαλή ψυχοκοινωνική του ανάπτυξη. 

           Προκειμένου να μπορέσουμε να εκφράσουμε την αποδοχή μας απέναντι στο παιδί επιτυχώς, είναι σημαντικό να ενισχύσουμε το παιδί στην εξωτερίκευση των σκέψεων και των συναισθημάτων του, χρησιμοποιώντας την ενεργητική ακρόαση, η οποία εκφράζει γνήσιο ενδιαφέρον, επηρεάζοντας το παιδί θετικά. Η επιτυχημένη ενεργητική ακρόαση από την πλευρά του γονέα είναι παράλληλη με την αποδοχή της μοναδικότητας του παιδιού, καθώς και των συναισθημάτων του. Το παιδί αντιλαμβάνεται ότι ο γονέας επιθυμεί να του συμπαρασταθεί, και λαμβάνει ανατροφοδότηση στην επικοινωνία των συναισθημάτων που βιώνει. Η ενεργητική ακρόαση βελτιώνει τη διαπροσωπική σχέση με το παιδί, καθώς και την ικανότητα του παιδιού να αντιμετωπίζει τα προβλήματά του. Και ασφαλώς, η επίτευξη μιας στενής θετικής διαπροσωπικής σχέσης με το παιδί προάγει την ομαλή ανάπτυξη του παιδιού!

 

Συγγραφέας άρθρου: Σουσουγένη Ευαγγελία, ψυχολόγος, MSc. 

Σεμινάριο για Γονείς: Η συμπεριφορά του γονέα που προάγει την ανάπτυξη του παιδιού

           Αγαπημένοι μου φίλοι, η ανάπτυξη του παιδιού διαμορφώνεται ως αποτέλεσμα βιολογικών και περιβαλλοντικών παραγόντων, οι οποίοι αλληλεπιδρούν μεταξύ τους διαρκώς. Κάθε παιδί έχει τη δική του βιολογική προδιάθεση, την κληρονομικότητα, την ιδιοσυγκρασία του, και συγχρόνως δέχεται τις περιβαλλοντικές επιδράσεις ανάλογα με το εκάστοτε περιβάλλον μέσα στο οποίο αναπτύσσεται. Έτσι, διαμορφώνεται η ανάπτυξη του παιδιού μέσα από τις αλληλεπιδράσεις παραγόντων, που είναι για το κάθε παιδί μοναδικοί.

           Από τη βρεφική ηλικία, και φυσικά και μετέπειτα κατά τη νηπιακή, την παιδική ηλικία και την εφηβεία, είναι ιδιαίτερα σημαντική η επίδραση της οικογένειας στην παιδική ανάπτυξη. Η οικογένεια αποτελεί το πλαίσιο ανάπτυξης στενών σχέσεων και σημαντικών αλληλεπιδράσεων, καθώς και παροχής βιωματικών εμπειριών, καθοριστικών για την ανάπτυξη του παιδιού.

          Η σωματική, η γνωστική, η συναισθηματική, η κοινωνική ανάπτυξη του παιδιού δέχονται τις καίριες επιδράσεις του οικογενειακού πλαισίου και είναι σημαντική η ανάληψη του ρόλου του γονέα, η οποία να συμπορεύεται με τις αναπτυξιακές ανάγκες κάθε σταδίου της ανάπτυξης του παιδιού.

           Μέσα από την ιστοσελίδα μας θα πραγματοποιηθεί διαδικτυακό σεμινάριο με θέμα:  Η συμπεριφορά του γονέα που προάγει την ανάπτυξη του παιδιού, σε μια αναζήτηση των πράξεων που ενισχύουν την ανάπτυξη, λειτουργώντας εποικοδομητικά, σε αντίθεση με συμπεριφορές που "μπλοκάρουν" το παιδί και δεν το στηρίζουν. Μπορεί τελικά η συμπεριφορά του γονέα να προάγει την παιδική ανάπτυξη και με ποιον τρόπο; Το σεμινάριό μας, που αφορά γονείς, θα πραγματοποιηθεί στις 28 Μαϊου 2021, στις 17:00, με δωρεάν συμμετοχή, και θα έχει διάρκεια 3 ώρες. Τα θέματα της παρουσίασης αναφέρονται στην πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση!

 

Εισηγήτρια σεμιναρίου: Σουσουγένη Ευαγγελία, ψυχολόγος,MSc. Κοινωνιοβιολογία, Νευροεπιστήμες και Εκπαίδευση

 

Share this page