Στην περίπτωση της νοητικής ανεπάρκειας, οι ψυχικές λειτουργίες του ατόμου αναπτύσσονται με καθυστέρηση, ενώ η ανάπτυξη αυτή τερματίζεται γρήγορα. Τα ελλείμματα παρουσιάζονται : στις ψυχικές λειτουργίες, στη συναισθηματική αντίδραση, στη γλωσσική ανάπτυξη, στις γνωστικές διεργασίες, στην προσαρμογή, στην αισθησιοκινητική ανάπτυξη. Διαπιστώνεται έλλειμμα στη διανοητική ανάπτυξη σε σύγκριση με την ανάπτυξη ατόμων δίχως γνωστικές δυσχέρειες.
Οι μεγαλύτερες δυσχέρειες παρουσιάζονται στην περίπτωση της βαριάς νοητικής ανεπάρκειας, όπου υπάρχει νοητική ανάπτυξη του επιπέδου κάτω των 3 ετών. Το άτομο εμφανίζει περιορισμένη ικανότητα μνήμης, προσοχής, φαντασίας και κριτικής σκέψης. Συγχρόνως υστερεί όσον αφορά τη λειτουργία αισθήσεων και την κινητική λειτουργία, και μπορεί να έχει σωματικά προβλήματα.
Στα άτομα με βαριά νοητική ανεπάρκεια υπάρχουν στενά περιθώρια για μάθηση και ανάπτυξη ικανοτήτων, ενώ οι περιορισμένες γλωσσικές ικανότητες σε συνδυασμό με την απάθεια που παρουσιάζεται, δεν επιτρέπουν τη διαπροσωπική επικοινωνία. Διαπιστώνονται σοβαρά ελλείμματα στην ικανότητα προσαρμογής και την κοινωνική λειτουργικότητα, ενώ εξαιτίας των αναπτυξιακών προβλημάτων χρειάζεται η φροντίδα του ατόμου από την οικογένεια ή ειδικούς.
Τα άτομα με μέση νοητική ανεπάρκεια είναι ασκήσιμα, άρα μπορούν να μάθουν πράγματα ώστε να προστατεύονται, να αυτοεξυπηρετούνται και να κάνουν κάποιες απλές εργασίες. Στην περίπτωση της μέσης νοητικής ανεπάρκειας δεν επιτυγχάνεται η προσαρμογή, δεν υπάρχει σταθερότητα στην προσοχή, και η συμπεριφορά του ατόμου είναι αντιφατική, τόσο ανάμεσα σε διάφορα άτομα, όσο και σε διαφορετικές στιγμές. Το άτομο έχει αρνητική αντίδραση όταν βρίσκεται σε νέο πλαίσιο και ακατάλληλες αντιδράσεις σε συναντήσεις με άτομα που δε γνωρίζει. Εξαιτίας των περιστατικών αντικοινωνικής είτε επιθετικής συμπεριφοράς στα άτομα αυτά, είναι απαραίτητο το να επιβλέπονται.
Στην ελαφρά νοητική ανεπάρκεια, το άτομο εμφανίζει γνωστική ανάπτυξη ενός παιδιού 7-10 χρόνων και παρουσιάζει προσαρμογή στο κοινωνικό του περιβάλλον. Η δυνατότητα λογικής σκέψης δεν αναπτύσσεται πλήρως, συνεπώς υπάρχει αδυναμία στην κατανόηση και σωστή αντίληψη των εννοιών της ηθικής και της δικαιοσύνης. Επιπλέον, τα άτομα με ελαφρά νοητική ανεπάρκεια έχουν συναισθηματικές μεταπτώσεις και αναμένουν ότι θα καταφέρουν δραστηριότητες που δεν μπορούν, καθώς δεν έχουν επίγνωση όσον αφορά τα ελλείμματά τους.
Η ύπαρξη διαταραχής της ανάπτυξης φαίνεται ήδη στη βρεφική ηλικία, όπου αργεί η αντίδραση του βρέφους με γέλιο, καθώς και το περπάτημα. Παράλληλα, αργεί η εμφάνιση της ομιλίας, επηρεάζοντας τη γνωστική ανάπτυξη, την οποία η γλωσσική ανάπτυξη προάγει. Το άτομο επιπλέον, παρουσιάζει δυσχέρεια σε δραστηριότητες απαραίτητες για την προσαρμογή του, όπως στη χρησιμοποίηση αντικειμένων ή στην καθαριότητα του χώρου, έτσι δυσχεραίνεται η ανάπτυξη της κοινωνικής του ζωής.
Συγγραφέας άρθρου: Σουσουγένη Ευαγγελία, ψυχολόγος, MSc.
Τα άτομα με νοητική ανεπάρκεια μπορεί να διαφέρουν μεταξύ τους σε μεγάλο βαθμό, παρότι εμφανίζουν χαρακτηριστικά που τα εντάσσουν στη νοητική ανεπάρκεια
Συγκεκριμένες θέσεις της Montessori, η οποία ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα για την εμφάνιση μαθησιακών προβλημάτων στα παιδιά, έχουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη των παρεμβάσεων σε παιδιά με νοητική ανεπάρκεια. Κάθε παιδί έχει τάση από τη φύση του για αυτοπραγμάτωση, συνεπώς μπορεί να πετύχει την αυτοπραγμάτωσή του και μόνο του, ανεξάρτητα από τους μεγάλους. Είναι σημαντικό το να υπάρχει σεβασμός προς τη φύση και την ελευθερία του κάθε παιδιού.
Σύμφωνα με τις αρχές της Montessori, πριν τη νοητική ανάπτυξη πρέπει να διασφαλίζεται η αισθητηριακή εμπειρία του παιδιού και θα πρέπει το περιβάλλον του παιδιού να δομηθεί με το σωστό τρόπο, προάγοντας τη νοητική του ανάπτυξη. Οι ενήλικες θα πρέπει να εστιάσουν στο κατάλληλο πλαίσιο, που συμβάλλει στη μάθηση και να ενθαρρύνουν την ενασχόληση του παιδιού με δραστηριότητες. Η εφαρμογή των παραπάνω αρχών είναι αναμφισβήτητα σημαντική στις παρεμβάσεις σε παιδιά με νοητικά προβλήματα.
Επιδιώκοντας την πλήρη ενασχόληση του παιδιού με δραστηριότητες, πραγματοποιούμε ασκήσεις, οι οποίες προετοιμάζουν το παιδί, ενισχύοντας έτσι την εμφάνιση ικανοτήτων, που δεν υπήρχαν. Η ενθάρρυνση του παιδιού είναι ιδιαίτερα σημαντική στην προσπάθεια για τη μάθησή του.
Ξεκινάμε από την εμπιστοσύνη στο παιδί και το σεβασμό της ελευθερίας του. Η απόκτηση γνώσεων βρίσκεται σε συνάρτηση με τον ατομικό ρυθμό του παιδιού. Η εφαρμογή της ψυχοπαιδαγωγικής παρέμβασης στο παιδί με νοητική ανεπάρκεια θα πρέπει να περιλαμβάνει την αποδοχή και το σεβασμό προς την ελευθερία του παιδιού, προάγοντας έτσι τις ικανότητές του. Ο εκπαιδευτικός θα πρέπει να κινείται σε αυτό το πλαίσιο, και να μην έχει παρεμβατικό ρόλο, εκτός αν είναι απολύτως απαραίτητο. Περισσότερο πρέπει να ενθαρρύνει και να εμψυχώνει το παιδί, χρησιμοποιώντας τις ευκαιρίες συστηματικής παρατήρησης και αναστοχασμού.
Η αξιοποίηση των αρχών της Montessori μπορεί να γίνει κατά την εκπαίδευση στο σχολείο, αλλά και έξω από αυτό, εστιάζοντας στην αυτοπραγμάτωση του παιδιού μέσα από εμπειρίες και δραστηριότητες χωρίς τις παρεμβάσεις των ενηλίκων. Στόχος μας είναι η αυτοανάπτυξη του παιδιού, η οποία και είναι εφικτή. Η απόδοση σεβασμού στην ελευθερία και τη φύση του παιδιού μπορεί να συμβάλλει στην κοινωνική του ανάπτυξη, ευνοώντας την προαγωγή της κοινωνικής ζωής, όταν το παιδί μεγαλώσει.
Συγγραφέας άρθρου: Σουσουγένη Ευαγγελία, ψυχολόγος, MSc.
Στο πλαίσιο των παρεμβάσεων που επιδιώκουν την ανάπτυξη των παιδιών με νοητικά προβλήματα μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε βασικές αρχές της Κοινωνικής Παιδαγωγικής, στηρίζοντας το παιδί, κατά την ανάπτυξη παιδαγωγικών δραστηριοτήτων, που θα ενισχύσουν την εξέλιξη και την προσαρμογή. Άλλωστε, η Κοινωνική Παιδαγωγική αφορά κυρίως άτομα που βρίσκονται σε μειονεκτική θέση, σύμφωνα με τον Buchkremer.
Σύμφωνα με τον Nohl, ο παιδαγωγός και η σχέση του με το παιδί έχουν ιδιαίτερη σημασία, και θα πρέπει να εκφράζεται ο σεβασμός απέναντι στην προσωπικότητα του παιδιού και να εξασφαλίζεται ένα ευνοϊκό κλίμα κατά τη διαπαιδαγώγηση. Κατά την επικοινωνία μας με το παιδί είναι σημαντικό λοιπόν να αναγνωρίζουμε και να σεβόμαστε τη μοναδικότητά του και την ανάπτυξη ικανοτήτων με τον μοναδικό τρόπο του παιδιού. Η επίτευξη μιας θετικής σχέσης με το παιδί θα μας βοηθήσει να προάγουμε ικανότητές του και να δώσουμε ώθηση στην ψυχοδιανοητική του ανάπτυξη..
Ο σημαντικός ρόλος της βελτίωσης της διαπροσωπικής σχέσης του παιδαγωγού με το παιδί αναφέρθηκε και από τον Dolci, επιδιώκοντας μάλιστα την εστίαση στη δημιουργικότητα του παιδιού. Ομοίως, η σχέση και με τους γονείς έχει μεγάλη σημασία. Θα πρέπει λοιπόν να εντάσσουμε στους στόχους των παρεμβάσεών μας τη στήριξη της οικογένειας του παιδιού, διαμορφώνοντας μια εποικοδομητική σχέση με τους γονείς του παιδιού, που έχουν σαφώς θεμελιώδη ρόλο στην ανάπτυξη του παιδιού..Η ανάπτυξη των ψυχοπαιδαγωγικών δράσεών μας προσανατολίζεται προς την ενίσχυση της δημιουργικότητας που διαθέτει το κάθε παιδί.
Στην προσπάθειά μας να στηρίξουμε την εξέλιξη και την προσαρμογή του παιδιού με νοητικά προβλήματα και δυσχέρειες στην προσαρμογή, χρησιμοποιούμε βιωματικές εμπειρίες, οι οποίες έχουν καθοριστικό παιδαγωγικό ρόλο. Σύμφωνα με τον Dewey, η μαθησιακή διαδικασία θα πρέπει να θεωρείται εμπειρική και η εκπαίδευση είναι αποτέλεσμα της ανάπτυξης ικανοτήτων μέσα από ερεθίσματα. Κατά τη διαδικασία της εκπαίδευσης χρειάζονται, σύμφωνα με τον Diesterweg, θετικές εμπειρίες, ερεθίσματα, η στήριξη της ελεύθερης έκφρασης και η προώθηση της λήψης πρωτοβουλιών. Στις παρεμβάσεις μας στα παιδιά με νοητικά ελλείμματα, αξιοποιούμε τη δυναμική των δραστηριοτήτων και στοχεύουμε στην ενίσχυση των ικανοτήτων του παιδιού μέσα από τη βιωματική μάθηση.
Σύμφωνα με τον H. Thiersh, θα πρέπει να εξασφαλίζεται ενίσχυση, προκειμένου για την αντιμετώπιση της ζωής, η οποία και έχει περισσότερες δυσκολίες. Έτσι, για την ανταπόκριση του ατόμου σε συνθήκες που έχουν αλλάξει χρειάζεται η στήριξη και ενίσχυσή του. Στην περίπτωση των παιδιών με νοητική ανεπάρκεια, οι γνωστικές δυσχέρειες και τα ελλείμματα στην προσαρμοστική ικανότητα κάνουν απαραίτητη τη στήριξη των παιδιών. Κατά την ανάπτυξη των ψυχοπαιδαγωγικών παρεμβάσεων ενισχύουμε το παιδί για να αποκτήσει ικανότητες, ώστε να ανταποκρίνεται σε καταστάσεις της ζωής και να επιτυγχάνει καλύτερη προσαρμογή!
Συγγραφέας άρθρου: Σουσουγένη Ευαγγελία, ψυχολόγος, MSc.