Κατά την πορεία της παιδικής ανάπτυξης, η ψυχική ανάπτυξη του παιδιού προάγεται από τη θετική αλληλεπίδραση μέσα στο πλαίσιο της οικογένειας. Όταν υπάρχουν δυσλειτουργικά ζητήματα στις διαπροσωπικές σχέσεις μέσα στην οικογένεια, αυτό συχνά απεικονίζεται στα προβλήματα συμπεριφοράς και προσαρμογής του παιδιού.
Κι ενώ ένα παιδί εμφανίζει δυσλειτουργία στην ψυχοκοινωνική του ανάπτυξη, το πρόβλημα είναι πρόβλημα ολόκληρου του οικογενειακού συστήματος, καθώς είναι τόσο σημαντικές οι επιδράσεις των διαπροσωπικών αλληλεπιδράσεων μέσα στην οικογένεια. Η δυσλειτουργία του ενός ατόμου στην οικογένεια είναι, σύμφωνα με την οικογενειακή συστημική προσέγγιση, δυσλειτουργία του συστήματος της οικογένειας.
Η ανάπτυξη προβλημάτων στην ψυχική υγεία του παιδιού συνδέεται με τη συμπεριφορά των γονέων με επιθετικό, απορριπτικό, καθώς και ασαφή τρόπο. Συνδέεται φυσικά και με την παραμέληση του παιδιού. Ο τρόπος αλληλεπίδρασης και επικοινωνίας μέσα στην οικογένεια είναι δυσλειτουργικός.
Τα προβλήματα μη λεκτικής επικοινωνίας σε άτομα με σχιζοφρένεια συνδέονται με τις διεργασίες της ενδο-οικογενειακής επικοινωνίας, οι οποίες περιέχουν λάθη. Το παιδί λαμβάνει αντιφατικά μηνύματα, που θα πρέπει να διαχειριστεί, ενώ υπάρχει σύγκρουση λεκτικών και μη λεκτικών μηνυμάτων.
Εάν θέλουμε να αποκωδικοποιήσουμε τις ψυχικές νόσους των ατόμων, είναι καλό να μελετήσουμε τις διαδικασίες της επικοινωνίας των μελών της οικογένειας, να μελετήσουμε την οικογένεια. Άλλωστε, με τη θεώρηση των μη προσαρμοστικών συμπεριφορών ως αντανάκλασης προβλημάτων των σχέσεων μέσα στην οικογένεια, βλέπουμε βελτίωση στις μη ομαλές συμπεριφορές του ατόμου.
Έτσι, η ψυχική υγεία και η ψυχοκοινωνική ανάπτυξη επηρεάζονται σημαντικά από την οικογένεια, που έχει τη δυνατότητα ακόμα και να συντηρεί την ψυχική νόσο, αναστέλλοντας την επιτυχία της θεραπευτικής διαδικασίας. Κι αυτό επειδή, παρά την επίτευξη καλύτερης ψυχολογικής κατάστασης του ατόμου μέσω της θεραπείας, εξακολουθούν να ισχύουν οι ίδιοι τρόποι επικοινωνίας μέσα στην οικογένεια και οι ίδιοι τρόποι αλληλεπίδρασης μεταξύ των μελών.
Κατά την πορεία της ανάπτυξης του παιδιού, θα πρέπει να αναπτύξει θετική ψυχολογική λειτουργία και προσαρμογή, και να αποκτήσει ψυχική υγεία και λειτουργικές συμπεριφορές. Μέσα από τις διαπροσωπικές σχέσεις της οικογένειας θα πρέπει να υπάρξουν οι συνθήκες που θα επιτρέψουν την υγιή ψυχική ανάπτυξη του παιδιού, προάγοντας την ψυχική του υγεία.
Συγγραφέας άρθρου: Σουσουγένη Ευαγγελία, Ψυχολόγος, MSc.
Στην περίπτωση των ψυχοσωματικών ασθενειών, το άτομο εμφανίζει κάποια βιολογική σωματική δυσλειτουργία, ενώ ταυτόχρονα υπάρχουν κάποιες ψυχολογικές παράμετροι, που επιδρούν ως αιτίες της σωματικής κατάστασης, που εκδηλώνεται. Έτσι, συγκεκριμένες παράμετροι συμμετέχουν στην ανάπτυξη της νόσου, και η πορεία της, αφού έχει αναπτυχθεί η ασθένεια, προσδιορίζεται από ψυχολογικές επιδράσεις.
Η ψυχολογική κατάσταση του ατόμου και η ψυχική του λειτουργία συνδέονται με την εμφάνιση των ψυχοσωματικών ασθενειών, και μάλιστα, η ψυχαναλυτική προσέγγιση υποστηρίζει ότι η νόσος επιδιώκεται τελικά από τον ίδιο τον ασθενή, που προσπαθεί να ξεφύγει από κάποια αρνητική κατάσταση. Στις ψυχοσωματικές ασθένειες ανήκουν το άσθμα, η παχυσαρκία, η υπέρταση, η ακμή, η δυσμηνόρροια, η ημικρανία, ο καρκίνος.
Ποιες είναι όμως οι διεργασίες που μπορεί να επηρεάσουν τις σωματικές λειτουργίες αρνητικά σε τέτοιο βαθμό; Η διατήρηση ενός αρνητικού τρόπου σκέψης, η εμπειρία τραυματικών καταστάσεων, η χρόνια καταπίεση, η προσωπικότητα του ατόμου, η απώλεια, είτε προσωπική είτε επαγγελματική επιδρούν στην εμφάνιση των ψυχοσωματικών ασθενειών. Σημαντική επίδραση έχουν η ανεπαρκής κοινωνική ανάπτυξη, η διατήρηση ψυχικών και συναισθηματικών προβλημάτων, και φυσικά το άγχος.
Η τήρηση των συνηθειών ενός υγιεινού τρόπου ζωής δεν αρκεί για τη διατήρηση της σωματικής υγείας, αν παραβλέπονται οι ψυχολογικοί παράγοντες. Το άγχος συνδέεται με τις ψυχοσωματικές ασθένειες, καθώς επηρεάζει το ανοσοποιητικό σύστημα, που βρίσκεται υπό τον έλεγχο του νευρικού συστήματος.
'Οσον αφορά στην ασθένεια του καρκίνου, η ύπαρξη υψηλών επιπέδων στρες επιδρά στο ανοσοποιητικό σύστημα, οδηγώντας σε μια ευπάθεια προς τη νόσο. Παράγοντες όπως το χρόνιο στρες, τα καταθλιπτικά συναισθήματα, η αναστολή της έκφρασης συναισθημάτων, η απώλεια προσώπου ή σχέσης έχουν σύνδεση με την καταστολή του ανοσοποιητικού συστήματος. Η έλλειψη προσδοκίας για την αλλαγή δυσάρεστων καταστάσεων και ο αρνητικός τρόπος σκέψης δε βοηθούν καθόλου την υγεία του ατόμου.
Λαμβάνοντας υπόψιν όλα αυτά, ας σκεφτούμε πόσο σημαντική είναι η επίδραση της οικογένειας στην προαγωγή της υγείας του παιδιού και στην αποφυγή όλων των αρνητικών επιδράσεων ήδη από την παιδική ηλικία.
Το παιδί χρειάζεται την αγάπη, την επικοινωνία και την αποδοχή μέσα στην οικογένεια όπου αναπτύσσεται. Η συμπεριφορά των γονέων θα πρέπει να λειτουργεί περιορίζοντας το άγχος που βιώνει το παιδί, μέσα από μια θετική, ζεστή διαπροσωπική σχέση γονέα - παιδιού. Ας αξιοποιήσουμε όλες τις ψυχολογικές διεργασίες που επιδρούν θετικά και προάγουν την υγεία ήδη από την παιδική ηλικία, διασφαλίζοντας θετική συμβολή στην ανάπτυξη του παιδιού, θέτοντας τις βάσεις για τη μετέπειτα πορεία του!
Σουσουγένη Ευαγγελία, ψυχολόγος, MSc.
αναπτύσσεται η προσωπικότητα του παιδιού και βιώνονται εμπειρίες που επηρεάζουν την ανάπτυξή του
Η εμφάνιση σοβαρού νοσήματος κατά την παιδική ηλικία αποτελεί συμβάν, που θέτει, τόσο το παιδί, όσο και την οικογένειά του σε δοκιμασία. Η προηγούμενη ισορροπία της οικογένειας διαταράσσεται ήδη με τη διαπίστωση της ύπαρξης σοβαρής νόσου στο παιδί, ενώ οι γονείς θα πρέπει να δημιουργήσουν, σε σχετικά σύντομο διάστημα, νέα ισορροπία, που θα καθορίσει το επίπεδο προσαρμογής τους. Η ισορροπία, που επιτυγχάνεται από τους γονείς του παιδιού, είναι δυνατό να στηρίζεται σε λειτουργικούς, θετικούς μηχανισμούς διαχείρισης του γεγονότος της νόσου, και σε άλλες περιπτώσεις, σε αρνητικούς ή και παθολογικούς τρόπους αντίδρασης, όπου εμπεριέχεται η εμφάνιση ψυχοσωματικών συμπτωμάτων.
Η διαπίστωση της εμφάνισης ενός σοβαρού νοσήματος στο παιδί σηματοδοτεί τη μετάβαση σε μια νέα, δυσάρεστη πραγματικότητα αρνητικών αλλαγών και απώλειας. Η επικύρωση της ύπαρξης της ασθένειας αναμένεται να προκαλέσει σοκ, άρνηση του γεγονότος, θυμό, κατάθλιψη, άγχος, ενώ αργότερα, εμφανίζεται η αποδοχή του γεγονότος, καθώς και η προσαρμογή των γονέων. Η προαγωγή της ομαλής προσαρμογής των γονέων στο συμβάν έχει μεγάλη σημασία, καθότι επενεργεί θετικά στη στήριξη του παιδιού κατά την πορεία της θεραπείας.
Στο πλαίσιο της ψυχοκοινωνικής παρέμβασης στην οικογένεια του παιδιού, εντάσσεται η προαγωγή της έκφρασης των συναισθημάτων, που βιώνουν οι γονείς. Η διάγνωση μιας σοβαρής ασθένειας είναι αναμενόμενο να προκαλέσει συναισθήματα λύπης, αγωνία, εκδηλώσεις θυμού, είναι δε σημαντική η κατανόηση, από την πλευρά των γονέων, του φυσιολογικού χαρακτήρα όλων των αρνητικών συναισθημάτων που έχουν. Δεδομένου ότι η νόσος μπορεί να αντιμετωπιστεί, είναι σημαντική η ενίσχυση των πιο εποικοδομητικών και θετικών αντιδράσεων απέναντι στο παιδί, επιτυγχάνοντας τη στάση, η οποία λειτουργεί ενισχυτικά στην πορεία προς την ίαση. Η ανάπτυξη της συμπεριφοράς των γονέων θα πρέπει να προσανατολιστεί προς την έκφραση σεβασμού προς το παιδί, τη συνεχή στήριξη και ενίσχυσή του, τη συνεργασία με το παιδί, και την εκδήλωση αγάπης, αποφεύγοντας ωστόσο τις υπερπροστατευτικές αντιδράσεις.
Όσον αφορά το παιδί με σοβαρό νόσημα, είναι σημαντικό να συμμετέχει στις θεραπευτικές διαδικασίες ενεργητικά, αναπτύσσοντας έτσι το αίσθημα ελέγχου σε συνθήκες με τις οποίες βρίσκεται αντιμέτωπο. Θα πρέπει να διασφαλίζεται η έγκυρη πληροφόρηση του παιδιού όσον αφορά, τόσο τη νόσο, όσο και τη θεραπευτική διαδικασία, σχετικά με την οποία πρέπει να προετοιμάζεται. Στο βαθμό που είναι εφικτό, είναι σημαντική η λήψη κάποιων αποφάσεων από το παιδί. Ο αγώνας για την ίαση ενισχύεται μέσα από την έκφραση της στήριξης που παρέχεται από τους γονείς, η οποία αποτυπώνεται στην κατανόηση της συναισθηματικής κατάστασης του παιδιού, καθώς και στην προσοχή του λεκτικού και μη λεκτικού τρόπου επικοινωνίας του παιδιού με τους ενήλικες. Η εποικοδομητική και αποτελεσματική προσέγγιση του παιδιού έγκειται στη διατήρηση της επικοινωνίας με αυτό, εκφράζοντας σταθερά τη συμπαράσταση, σε όλη την πορεία προς την αντιμετώπιση της νόσου.
Συγγραφέας άρθρου: Σουσουγένη Ευαγγελία, ψυχολόγος, MSc.
Η διαπίστωση ενός σοβαρού νοσήματος αποτελεί συμβάν, που θέτει σε δοκιμασία, τόσο το παιδί, όσο και την οικογένειά του. Το παιδί θα πρέπει να έχει έγκυρες πληροφορίες όσον αφορά το πρόβλημα υγείας που αντιμετωπίζει, και ενημέρωση για τις θεραπευτικές διαδικασίες, που στοχεύουν στην αντιμετώπιση του νοσήματος. Στο πλαίσιο της θεραπείας, εμφανίζονται δυσχέρειες, αφενός άμεσα συνυφασμένες με τις θεραπευτικές διαδικασίες, αφετέρου εμμέσως συνδεδεμένες με τη νόσο. Η διαδικασία της θεραπείας μπορεί να προκαλέσει παρενέργειες, και περιλαμβάνει τη χρήση φαρμάκων, ενώ μπορεί να χρειαστεί σε πολλές περιπτώσεις η εισαγωγή του παιδιού στο νοσοκομείο. Επιπλέον προβλήματα είναι δυνατό να παρουσιαστούν λόγω της συμπεριφοράς της οικογένειας του παιδιού προς αυτό, και των αρνητικών καταστάσεων του ενδο-οικογενειακού πλαισίου, ενώ η εφαρμογή των θεραπειών μπορεί να επηρεάσει δυσμενώς τη σχολική προσαρμογή του παιδιού.
Τόσο η σοβαρότητα της νόσου, όσο και η ύπαρξη παρενεργειών της θεραπείας, είναι αντιληπτά από το παιδί, που επίσης συνειδητοποιεί ότι ακολουθεί κάποια θεραπευτική διαδικασία, προκειμένου να γίνει καλά. Σε περίπτωση υποτροπής ωστόσο, αναπτύσσεται αγωνία, ανασφάλεια, και αμφισβήτηση της αποτελεσματικότητας της θεραπείας. Τότε κρίνεται αναγκαία η δοκιμή περισσότερο δύσκολης και επώδυνης θεραπείας.
Τα δυσάρεστα συναισθήματα του φόβου, της αγωνίας, του άγχους και της ανασφάλειας, που βιώνει το παιδί με σοβαρό νόσημα, ενδυναμώνονται στην περίπτωση επιδίωξης παραπλάνησής του από την πλευρά των γονέων, διαστρεβλώνοντας την πραγματική κατάσταση και αποκρύπτοντας στοιχεία. Στην περίπτωση αυτή, τα μικρά παιδιά ενεργούν σε φαντασιακό επίπεδο με τρόπο που επιδρά στην ψυχική τους κατάσταση δυσμενώς. Στην πραγματικότητα το παιδί έχει επίγνωση των όσων συμβαίνουν και κατανοεί τη σοβαρότητα του νοσήματος. Θα πρέπει να επιτευχθούν η επίγνωση των ζητημάτων, που συνδέονται με τη νόσο, καθώς και τη θεραπεία, η προσαρμογή του παιδιού στις καταστάσεις που αντιμετωπίζει, η ανάπτυξη της ποιότητας ζωής του και η ενίσχυση της κοινωνικοποίησής του.
Κατά την αποθεραπεία, συχνά παρουσιάζονται ψυχολογικά και κοινωνικά προβλήματα, καθώς το παιδί έχει ζήσει την εμπειρία της ασθένειας και έχει υποβληθεί σε δύσκολες θεραπευτικές πρακτικές, οι οποίες δυσχεραίνουν την κοινωνική και συναισθηματική του ανάπτυξη. Σε αυτό το στάδιο, το παιδί χρειάζεται να δημιουργήσει μια αυτο-εικόνα, στην οποία δεν περιλαμβάνεται η ασθένεια. Την αυτο-εικόνα του παιδιού που είναι υγιές.
Συγγραφέας άρθρου: Σουσουγένη Ευαγγελία, ψυχολόγος, MSc.
Η διαταραχή του άγχους αποχωρισμού σχετίζεται με την προσκόλληση και παρουσιάζεται σε παιδιά 5 έως 8 ετών. Σε περιπτώσεις ομαλής προσκόλλησης του παιδιού στους γονείς του, το άγχος του παιδιού σε κάθε απομάκρυνση του γονέα από κάποιο χώρο, δεν βιώνεται σε μεγάλο βαθμό. Tο παιδί έχει κατανόηση του ότι οι γονείς θα επιστρέψουν και δεν σκέφτεται ότι το εγκατέλειψαν.
Στην αντίθετη περίπτωση, όπου δεν έχει αναπτυχθεί το αίσθημα ασφάλειας στο παιδί, η απομάκρυνση της μητέρας θεωρείται ως μόνιμη από το παιδί, που εκδηλώνει έντονες αντιδράσεις, έχει θυμό και αισθάνεται απογοητευμένο. Σε κάποιες περιπτώσεις, παρουσιάζεται αποδιοργάνωση στο παιδί. Bλέπουμε περίεργες συμπεριφορές όταν λείπει η μητέρα, και εδώ εντάσσεται η περίπτωση της παιδικής κακοποίησης.
Σύμφωνα με τα ευρήματα ερευνών του kagan, σε μικρά παιδιά, η συστολή έχει βιολογικές βάσεις σε μεγάλο βαθμό. Σε κάποιες περιπτώσεις, το παιδί είναι ντροπαλό και διστακτικό, με μειωμένη αυτοπεποίθηση. Δεν δείχνει να έχει θάρρος, ενώ έχει τάση προς το άγχος.
Οι αντιδράσεις στρες του παιδιού κατά τον αποχωρισμό μπορεί να είναι έντονες, στις ηλικίες των 9 έως 12 ετών. Στη σχολική ζωή, το παιδί είναι ντροπαλό και έχει διστακτική συμπεριφορά. Έχει ασφαλώς άγχος, το οποίο μάλιστα σωματοποιείται.
Στην εφηβική ηλικία, από τα 13 έως τα 16 έτη, οι σωματικές αλλαγές προκαλούν φόβο και παρουσιάζεται ενδιαφέρον για την εικόνα που έχουν οι άλλοι για το άτομο. Ο έφηβος έχει σκέψεις και μια υπερδιέγερση όσον αφορά την εξωτερική του εμφάνιση, τον τροπο συμπεριφοράς, το αν πετυχαίνει η όχι..
Άλλες αγχώδεις διαταραχές είναι η ψυχαναγκαστική συμπεριφορά, που μάλιστα όταν εμφανίζεται στην παιδική ηλικία, σε μεγάλο ποσοστό συνεχίζεται και κατα την ενήλικη ζωή. Επιπλέον, υπάρχουν κοινωνικές φοβίες, συγκεκριμένες φοβίες, η γενική διαταραχή του άγχους, ο πανικός, ο οποίος συχνά συνυπάρχει με την αγοραφοβία, και η μετατραυματική διαταραχή.
Συχνά, στην παιδική ηλικία, μαζί με τις διαταραχές του άγχους παρουσιάζονται δυσχέρειες κοινωνικής προσαρμογής. Υπάρχει μάλιστα σημαντική επίδραση από τις ομάδες των συνομηλίκων, τόσο στην προσαρμογή, όσο και την εμφάνιση διαταραχών άγχους, στην παιδική και την εφηβική ηλικία. Όταν οι συνομήλικοι απορρίπτουν το παιδί, η απόρριψη αυτή σχετίζεται με την εμφάνιση περισσότερου άγχους. Τα επίπεδα του άγχους, που βιώνεται, έχουν σχέση λοιπόν με το κοινωνικό περιβάλλον και τις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις που αναπτύσσονται..
Σε μια διάγνωση παρατηρείται ένα σύνδρομο διαταραχών, που εμφανίζει το παιδί, βλέπουμε έτσι αρκετά συμπτώματα, που δείχνουν κάποια διαταραχή. Οι διαταραχές μπορεί να είναι συνθέτες και σίγουρα θα πρέπει να δούμε εάν κάποια συμπεριφορά ταιριάζει στην ηλικία του παιδιού καθώς και τη συχνότητα εκδήλωσης αυτής της συμπεριφοράς.
Η προσοχή μας επικεντρώνεται κυρίως στα συμπτώματα εκείνα, που φανερώνουν αδυναμία προσαρμογής, δυσχεραίνοντας την κοινωνική λειτουργικότητα του παιδιού. Εάν έχει επιχειρηθεί το να αλλάξει η συμπεριφορά, αυτό είναι εφικτό; Η μήπως το παιδί εξακολουθεί να εμφανίζει την ίδια συμπεριφορά;
Εκτός από τη συμπεριφορά που μας απασχολεί, βλέπουμε τη συναισθηματική λειτουργία του παιδιού και εξετάζουμε εάν υπάρχει επιρροή στα συναισθήματα του. Ακόμη, διερευνούμε την προσωπικότητα του παιδιού. Πως επηρεάζεται από το πρόβλημα που υπάρχει;
Η αξιολόγηση των συμπτωμάτων θα οδηγήσει σε μια επίσημη διάγνωση, που γίνεται με συγκεκριμένα εγχειρίδια. Τα εγχειρίδια αυτά οδηγούν σε πολυδιάστατες διαγνώσεις και επιτρέπουν μια κοινή επικοινωνία μεταξύ ειδικών της ψυχικής υγείας. Δημιουργείται ωστόσο μια σοβαρή πλάνη : η πεποίθηση ότι πρόκειται για τυπικά περιστατικά. Κάτι τέτοιο είναι λάθος.
Το κάθε παιδί είναι μοναδικό και διαφέρει από τα άλλα, έχει τη δίκη του πορεία και τις δικές του αιτίες, που επίσης διαφέρουν. Με τα εγχειρίδια δεν επιτυγχάνουμε την κατανόηση του παιδιού, απλώς κατηγοριοποιούμε συμπτώματα, εστιάζοντας σε διαταραχές.
Εμείς αναζητάμε μια βαθύτερη κατανόηση του παιδιού, κι όχι μια απλή επίσημη διάγνωση.. Συγκεντρώνουμε όλες τις παρατηρήσεις και καταλήγουμε σε διαπιστώσεις, κατανοώντας το πρόβλημα, και αξιολογώντας, με βάση τη δίκη μας μελέτη.
Τα συμπεράσματα θα προκύψουν από το σύνολο των δεδομένων μας για το παιδί. Βλέπουμε έτσι το ίδιο το παιδί, την υγεία του, το ιστορικό του, την προσωπικότητα, τη συμπεριφορά, τη νόηση, τα επιτεύγματα.. Έτσι, προσδιορίζουμε τη μετέπειτα πορεία μας για την υπέρβαση των προβλημάτων, που υπάρχουν!Το σημαντικό είναι να καταφέρουμε να κατανοήσουμε το παιδί. Η διάγνωση γίνεται για να μπορέσουμε να βοηθήσουμε το παιδί και με αυτό τον τρόπο μας είναι χρήσιμη!
Σουσουγένη Ευαγγελία, ψυχολόγος, MSc.
Εγχειρίδια επίσημης διάγνωσης, ερωτηματολόγια, προβολικές δοκιμασίες, δοκιμασίες νόησης και επίτευξης, παρατήρηση, ερωτηματολόγια από γονείς και εκπαιδευτικούς
Μια διάγνωση θα μας βοηθήσει να βρούμε τον τρόπο με τον οποίο θα πετύχουμε τη βελτίωση ανάλογα με το πρόβλημα, που αντιμετωπίζει το παιδί. Μπορούμε έτσι να κατανοήσουμε το παιδί και το πρόβλημα, το οποίο υπάρχει. Ανάλογα με τη διάγνωση θα ακολουθήσουμε κάποια θεραπευτική προσέγγιση.
Με βάση τη διάγνωση θα στηρίξουμε το παιδί στο να συνεχίσει να προσπαθεί για την επίτευξη αλλαγής. Μέσα στη διερεύνηση που θα κάνουμε θα πρέπει να εντοπίσουμε αυτά που δε γίνεται ν΄ αλλάξουν. Κάποια πράγματα δεν αλλάζουν και αυτό είναι ξεκάθαρο.. Κάποια μόνιμα θέματα υγείας, εγκεφαλικές βλάβες, κάποια σωματικά χαρακτηριστικά, κάποιες εμπειρίες του παιδιού δεν μπορεί ν΄ αλλάξουν.
Θα αξιολογήσουμε το κατά ποσό υπάρχουν αναπτυξιακά προβλήματα στο παιδί. Πρέπει να εντοπίσουμε που βρίσκονται αναπτυξιακά θέματα και σε ποια φάση της αναπτυξιακής πορείας του παιδιού. Πώς προσαρμόζεται το παιδι;
Δεν αξιολογούμε όμως μόνο προβλήματα.. Θα αξιολογήσουμε τη συναισθηματική κατάσταση του παιδιού. Οι διάφορες καταστάσεις δεν επηρεάζουν το παιδί με τον ίδιο τρόπο. Ποιες καταστάσεις προκαλούν αποδιοργάνωση; Πώς επηρεάζεται για παράδειγμα από τον φόβο, το στρες, τον θυμό ή την κριτική που ασκούν οι άλλοι;
Και ποιες διεργασίες άμυνας χρησιμοποιεί το παιδί; Θα πρέπει να κατανοήσουμε τους τρόπους με τους οποίους εκδηλώνονται οι αντιστάσεις του παιδιού κατά τη διαδικασία της αξιολόγησης. Πώς αμύνεται και πώς προσαρμόζεται το παιδί;
Θα πρέπει να αξιολογήσουμε τις ταυτίσεις, που υπάρχουν. Να λάβουμε υπόψη μας εδώ το γεγονός ότι οι ταυτίσεις έχουν ιδιαίτερη σημασία. Και επιπλέον το ότι πραγματοποιούνται με διαφορετικούς τρόπους.
Θα αξιολογήσουμε όλα όσα συνδέονται με τον εαυτό. Ποια είναι η αυτοαντιληψη του παιδιού; Τι συμπεράσματα μπορούμε να βγάλουμε όσον αφορά την αυτοεκτίμηση που εχει; Τι εικόνα εχει το παιδί για τον εαυτό του σε διάφορους τομείς;
Έχει μεγάλη σημασία να αντιληφθούμε τις πεποιθήσεις του παιδιού, στην προσπάθεια να κατανοήσουμε τον τρόπο σκέψης του. Θα αξιολογήσουμε το εάν υπάρχουν παθογόνες πεποιθήσεις, τις οποίες διατηρεί το παιδί.
Ανάλογα με τη διάγνωση κατανοούμε τη σοβαρότητα του προβλήματος που υπάρχει, έχοντας μια εικόνα του τι αναμένεται από δω και στο εξής. Ο βασικός άξονας όλης της διαδικασίας είναι το να προστατέψουμε το παιδί, κατανοώντας το πραγματικά και προσεγγίζοντας το με τον κατάλληλο τρόπο!
Αγαπημένοι μου φίλοι,
μέσα από την ιστοσελίδα μας θα πραγματοποιηθεί σεμινάριο για ένα θέμα που συνδέεται με δυσχέρειες αναπτυξιακές, κυρίως όσον αφορά στις κοινωνικές και επικοινωνιακές δεξιότητες του ατόμου. Πρόκειται για τον αυτισμό.
Οι συμμετέχοντες θα είναι γονείς παιδιών με διαταραχή αυτιστικού φάσματος καθώς και εκπαιδευτικοί και στόχος μας είναι μια καλύτερη κατανόηση του αυτισμού μέσα από τη βιβλιογραφία αλλά και τις βιωματικές εμπειριες.
Το σεμινάριο θα πραγματοποιηθεί στις 2 και στις 3 Νοεμβρίου 2021, online, και η συμμετοχή όλων είναι εντελώς δωρεάν. Για οποιαδήποτε διευκρίνιση μπορείτε να επικοινωνείτε μέσω της σελίδας επικοινωνίας της ιστοσελίδας μας είτε να στείλετε email στο mail της ιστοσελίδας.
Σουσουγένη Ευαγγελία, ψυχολόγος, MSc.